Title | : | Dialogue sur l'art et la politique |
Author | : | |
Rating | : | |
ISBN | : | 2130829309 |
ISBN-10 | : | 9782130829300 |
Language | : | French |
Format Type | : | Paperback |
Number of Pages | : | 84 |
Publication | : | First published March 31, 2021 |
Dialogue sur l'art et la politique Reviews
-
«Ποια είναι κατά τη γνώμη σας η αξία της τέχνης, ιδίως σε μια περίοδο πολιτικής κρίσης;
ΚΕΝ ΛΟΟΥΤΣ: Η αξία της τέχνης; Καταρχήν η τέχνη θα έπρεπε να είναι αυτό που η ίδια θέλει να είναι. Θα έπρεπε να είναι αυτό που γεννά η φαντασία. Κατά τη γνώμη μου, τη στιγμή που λέμε «η τέχνη θα έπρεπε να είναι αυτό» ή «η τέχνη θα έπρεπε να είναι το άλλο», σκοτώνουμε τη δημιουργικότητα. Και το αποτέλεσμα είναι να έχουμε μια τέχνη που είναι απόλυτα εμπορευματική. Πιστεύω όμως ότι όταν έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε ταινίες ή να γράφουμε βιβλία ή οτιδήποτε άλλο, μπορούμε να υπερασπιστούμε τις θεμελιώδεις αρχές ενός τρόπου ζωής. Τις μεγάλες αξίες της ισότητας, της αδελφότητας και της ελευθερίας. Και μπορούμε να πούμε, ορίστε, αυτές είναι οι αρχές με βάση τις οποίες πρέπει να ζούμε.
ΕΝΤΟΥΑΡ ΛΟΥΙ: Από τη μεριά μου, πιστεύω πως θα έπρεπε πάντοτε να διατηρούμε μια μορφή περιφρόνησης προς την τέχνη, αντιστρέφοντας το λόγο των κυρίαρχων για την αναγκαιότητα της τέχνης στην κοινωνία μας. Γιατί τις περισσότερες φορές, όταν λέμε ότι «έχουμε ανάγκη την τέχνη», απλώς επιβεβαιώνουμε έμμεσα το προνόμιό μας, την πρόσβασή μας και την ταξική μας συσχέτιση με την τέχνη, σε αντίθεση με τις βάρβαρες μάζες που δεν ενδιαφέρονται γι’ αυτήν. Νομίζω πως όσο πιο σκληρή είναι η κριτική μας προς την τέχνη τόσο καλύτερη θα είναι η τέχνη. Η ιστορία της τέχνης είναι στην πραγματικότητα η ιστορία μιας πολεμικής προς την τέχνη, κι έτσι εξελίσσονται τα πράγματα. Ο κινηματογράφος και η λογοτεχνία απέκλειαν επί μακρόν τους φτωχούς ή τους παρουσίαζαν ως καρικατούρες, όπως και τους μαύρους, τους ομοφυλόφιλους ή τους διεμφυλικούς, ακριβώς την ίδια περίοδο που η μορφωμένη αστική τάξη είχε ήδη διαμορφώσει το λόγο της για τη σημασία της τέχνης και για την ικανότητά της να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Η Τόνι Μόρισον γράφοντας για τους μαύρους ή ο Εμίλ Ζολά γράφοντας για τους φτωχούς, στην πραγματικότητα επιτέθηκαν στην τέχνη και στη λογοτεχνία, επιτέθηκαν στον ορισμό της λογοτεχνίας που κυριαρχούσε τη στιγμή που έγραφαν. Μιλάμε πάντοτε γι’ αυτούς ως σημαντικές μορφές στην ιστορία της λογοτεχνίας, οι ίδιοι όμως έγραψαν επίσης εναντίον της λογοτεχνίας – παρότι είχαν πρότυπα και πηγές έμπνευσης μέσα στο λογοτεχνικό πεδίο, ο Ζολά τον Βικτόρ Ουγκό και η Τόνι Μόρισον τη Ζόρα Νηλ Χέρστον. Η τέχνη δημιουργείται υπό μια συνθήκη οργής εναντίον της τέχνης, και όχι όταν χρησιμεύει απλώς ως ένα ακόμη μέσο που ικανοποιεί την αυταρέσκεια των κυρίαρχων τάξεων.
ΚΕΝ ΛΟΟΥΤΣ: Η παρατήρησή σου είναι πολύ σημαντική. Το τελευταίο πράγμα που θέλουμε είναι ένα χώρο τέχνης που να τον χρηματοδοτεί η τάδε ή η δείνα επιχείρηση. Η τέχνη πρέπει να είναι ανατρεπτική. Αν κανείς δεν έχει αρκετή οργή μέσα του, καλύτερα να κάθεται σπίτι του, έτσι δεν είναι;
ΕΝΤΟΥΑΡ ΛΟΥΙ: Ναι!
ΚΕΝ ΛΟΟΥΤΣ: Γιατί πρέπει να καταφέρουμε να συνδεθούμε με τα συναισθήματα που βιώνουν οι άνθρωποι και, καθώς ο βασικός πυλώνας κάθε ριζοσπαστικής πολιτικής είναι η πάλη, μαθαίνουμε μέσα από την πάλη, δημιουργούμε μέσα από την πάλη. Έχεις απόλυτο δίκιο σε αυτό το σημείο, Εντουάρ, υπάρχει ένα κατεστημένο στον κόσμο της λογοτεχνίας, του κινηματογράφου και του θεάτρου.
ΕΝΤΟΥΑΡ ΛΟΥΙ: Ακριβώς. Και μερικές φορές η βία του πολιτισμικού κεφαλαίου μπορεί να είναι ακόμη πιο ισχυρή από εκείνη του οικονομικού κεφαλαίου, αφού οι καλλιεργημένοι αστοί έχουν την εντύπωση ότι βρίσκονται στη σωστή πλευρά, ακριβώς χάρη στη σχέση τους με την κουλτούρα. Αυτό είναι που πρέπει να θέσουμε υπό αμφισβήτηση.
ΚΕΝ ΛΟΟΥΤΣ: Χαίρομαι τόσο πολύ που το ακούω αυτό!» -
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η συνάντησή τους, για όλα αυτά που μας απασχολούν συνειδητά ή όχι.
Δεν ήθελα να τελειώσει. -
Φέτος το καλοκαίρι η αποκάλυψη υπήρξε ο Εντουάρ Λουί! Γεννημένος μόλις το 1992, γράφει πολύ καθαρά και σταράτα, μια φωνή αριστεράς που προσπαθεί να καταδείξει τα προβλήματα στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας. Έτσι λοιπόν, το βιβλίο δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από τον "Διάλογο για την τέχνη και την πολιτική" που αποτελεί αυτό που λέει, έναν διάλογο, μεταξύ του Εντουάρ Λουί και του Κεν Λόουτς, σκηνοθέτη και στρατευμένου αριστερά στην πολιτική σκηνή της Μ. Βρετανίας που έχει γεννηθεί το 1936! Μιλάμε για 2 τελείως διαφορετικές γενιές καλλιτεχνών που καταφέρνουν παρόλα αυτά να συνεννοηθούν περίφημα και να παράξουν πολύ γόνιμο διάλογο. Φυσικά το βιβλίο είναι απλά μια γεύση των σκέψεων των 2 αυτών ανθρώπων, αλλά όσα ειπώθηκαν θα με ακολουθούν καιρό.
Θα το ήθελα μεγαλύτερο; Ναι, σαφώς, αλλά μου δίνει μια εικόνα τι υπάρχει στο μυαλό αυτών των 2.
"Εντουαρ Λουι: Ποιοι λόγοι υπαγορεύουν τις πράξεις μας; Ένας πατέρας που ζει σε μια χώρα όπου η αριστερά μάχεται ενάντια στην ομοφοβία ίσως να είναι λιγότερο σκληρός με τον γκει γιο του, να τον αγαπάει περισσότερο, να είναι πιο τρυφερός μαζί του. Η πολιτική είναι επίσης η δυνατότητα της αγάπης.
Κεν Λοουτς: Πάντως θεωρώ και πάλι ότι όλα αυτά πηγάζουν από το αίσθημα της ασφάλειας. Όταν αισθάνεσαι ασφαλής, μπορείς να είσαι και γενναιόδωρος. Αν δεν αισθάνεσαι να απειλείσαι προσωπικά μπορείς πολύ πιο εύκολα να δείξεις αλληλεγγύη σε όσους χρειάζονται βοήθεια, είτε επειδή ζητούν άσυλο, είτε για οποιοδήποτε άλλο πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπίσει μια κοινότητα, δεν έχει σημασία ποιο. Όταν αισθάνεται κανείς καλά, μπορεί να είναι γενναιόδωρος. Αν φοβάται, αν αισθάνεται ότι βρίσκεται σε κίνδυνο, αν είναι απελπισμένος, αν εξωθείται στον κυνισμό, τότε απορρίπτει τους άλλους.
Εντουαρ Λουι: Τότε όμως πώς εξηγείς το γεγονός ότι οι κυρίαρχοι που έχουν αυτό το αίσθημα ασφαλείας παρ'ολα αυτά δεν δείχνουν αλληλεγγύη;
Κεν Λοουτς: Γιατί δεν μπορούν να διατηρήσουν αυτό αυτό αίσθημα ασφαλείας παρς κρατώντας όλους τους υπόλοιπους από κάτω." -
Η αριστερά από έναν Γάλλο καλλιτέχνη που γεννήθηκε το 1992 (shout out to my birthday year buddy), τον Ε. Λουί και η αριστερά από έναν Άγγλο καλλιτέχνη που γεννήθηκε το 1936, τον Κ. Λόουτς. Παρά τις διαφορετικές γενιές, ο διάλογός τους έχει απόλυτη αρμονία, προσεγγίζοντας με σεβασμό ο ένας τα βιώματα και έργο του άλλου, ακουμπώντας αυτά που σήμερα σκεφτόμαστε όλοι: Τη θέση μας στην εργασία από την πρώτη σταγόνα φιλοσοφίας του Λαφάργκ μέχρι το κόστος του να ανήκει κανείς σε ένα δυσκίνητο σωματείο. Προσεγγίζουν την ταξική βία, αναλύουν με ψυχραιμία τη στροφή πολλών λαϊκών στρωμάτων στην ακροδεξιά, και συζητούν για τον ιερό ρόλο της τέχνης στον εργατισμό, ταυτόχρονα με την αισθητική του πολιτικού αγώνα. Συνεχίζουν τον ατελείωτο διάλογο του κάθε Αγώνα, είτε ενάντια στον καπιταλισμό, είτε στην Αντρική κυριαρχία, είτε και στα δύο.
Καταφέρνουν κάτι εξαιρετικό: Χορεύουν χωρίς να πατάνε ο ένας τον άλλον. Ο Λουί ήταν αγέννητος σε πολλά απ’ όσα έχουν επηρεάσει τον Λόουτς, όπως οι μάχιμες κοινότητες των ανθρακωρύχων και ο Λόουτς δεν μπορεί να μαντέψει τον βίαιο εξοστρακισμό του Λουί από εργατικές κοινότητες εξαιτίας της σεξουαλικότητάς του. Όμως συστήνονται, αναλύονται και ξεδιπλώνονται με κάθε χάρη, εκτίμηση και ηθική διαλόγου, χωρίς να έχουν καμία διάθεση να επικρατήσει η δικιά τους Αλήθεια, επιτρέποντας στην Αριστέρα να χωράει περισσότερες κοινότητες από μια, να κάνει χώρο για να χωρέσει όλους τους συμμαχητές που ανήκουν στην ίδια πλευρά.
Ακολουθεί αγαπημένο απόσπασμα από τον Λουί:
«Η Τόνι Μόρισον γράφοντας για τους μαύρους ή ο Εμίλ Ζολά γράφοντας για τους φτωχούς, στην πραγματικότητα επιτέθηκαν στην τέχνη και στη λογοτεχνία, επιτέθηκαν στον ορισμό της λογοτεχνίας που κυριαρχούσε τη στιγμή που έγραφαν. Μιλάμε πάντοτε γι’ αυτούς ως σημαντικές μορφές στην ιστορία της λογοτεχνίας, οι ίδιοι όμως έγραψαν επίσης εναντίον της λογοτεχνίας – παρότι είχαν πρότυπα και πηγές έμπνευσης μέσα στο λογοτεχνικό πεδίο, ο Ζολά τον Βικτόρ Ουγκό και η Τόνι Μόρισον τη Ζόρα Νηλ Χέρστον. Η τέχνη δημιουργείται υπό μια συνθήκη οργής εναντίον της τέχνης, και όχι όταν χρησιμεύει απλώς ως ένα ακόμη μέσο που ικανοποιεί την αυταρέσκεια των κυρίαρχων τάξεων». -
Σύντομη μα άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση πάνω σε θέματα πολιτικής, κοινωνίας και Τέχνης από δυο σημαντικούς αριστερούς εκπ��όσωπους διαφορετικών καταβολών και γενεών. Ήθελα κι άλλο.
-
«πώς μπορεί να διατηρήσει κάνεις την ψυχραιμία του όταν μιλάει για την πολιτική με βάση αυτή την παραδοχή [την επίγνωση της αδικίας, δηλαδή, και τη συνειδητή διαιώνιση της καταπίεσης];»
-
Ο Θανάσης Καμπαγιάννης γράφει στο επίμετρο:
«Και Κάπως έτσι,ήσυχα και απλά, όπως λέει και το τραγούδι, θα πρέπει κι εμείς να μάθουμε και πάλι να κουβεντιάζουμε.»
Όπως ακριβώς κάνουν και οι δυο καλλιτέχνες στο βιβλίο. Από διαφορετικές χώρες και με μεγάλη διαφορά ηλικίας( ο Λόουτς γεννημένος το 1936 στην Αγγλία και ο Λουί το 1992), συζητούν, ουσιαστικά. Για την τέχνη, το ρόλο και τη δύναμη της, για την τεχνολογία, την αισθητική, την κουλτούρα, τη βία, για τον πολιτικό αγώνα, για την πολιτική γενικά και κατά βάση, για τη ζωή.
Για μια ζωή, συμπεριληπτική, υποφερτή και όμορφη για όλους, εργάτες, γυναίκες, μετανάστες, ομοφυλόφιλους, για όλους.
Ο Λόουτς έχει σκηνοθετήσει το «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» και ο Λουί έγραψε τα «Να τελειώνουμε με τον Έντυ Μπελγκέλ», «Η ιστορία της βίας» και το «Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου» ( εκδόσεις Αντίποδες). Ήταν λοιπόν αναμενόμενο ο διάλογος να είναι καθηλωτικός. Από τα ουσιαστικότερα πράγματα που έχω διαβάσει! -
Μικρό αλλά περιεκτικό. Χωρίς να μπορεί να εμβαθύνει λόγω ύφους (ζωντανός διάλογος) συμπυκνώνει τις ριζοσπαστικές αντιλήψεις δύο καλλιτεχνών με μεγάλη διαφορά ηλικίας. Παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις και οι δύο συγκλίνουν στην επαναδιατύπωση και στην ριζοσπαστική ανατροπή του αριστερού λόγου σήμερα, ενός λόγου του συμβιβασμού και της μετριοπαθούς αντίδρασης στην επικράτηση του ακραίου δεξιού λόγου. Η συμπερίληψη όλων των καταπιεσμένων και η κατανόηση των πολλών επιπέδων της βίας φαντάζει μονόδρομος.
-
Σε κάποιο γαλαξία πολύ πολύ μακρυά από το δικό μας, η Αριστερά, σε διαφορετικές και αντιφατικές μεταξύ τους εκδοχές, αποδεικνύει πως μπορεί να συνομιλεί. Όπως τονίζει και ο Θανάσης Καμπαγιάννης στο επίμετρο του, αυτό είναι το σημαντικότερο δίδαγμα του μικρού αυτού βιβλίου.
Από τη μία έχουμε τον Κεν Λόουτς, γεννημένο το 1936. Με αναπαραστάσεις όλων των σημαντικών γεγονότων του δεύτερου μισού της «εποχής των άκρων» όπως λέει και ο Χομπσμπάουμ, του 20ου αιώνα. Πιστός υποστηρικτής μιας πιο παραδοσιακής και κομμουνιστογεννούς εκδοχής αριστερής σκέψης, με κύρια στοιχεία την επιμονή στη κεντρικότητα της εργατικής τάξης ως το υποκείμενο της χειραφέτησης και την υπερηφάνεια που φέρει η ίδια η έννοια της εργασίας. Επιμένει επίσης στην αξία της πολιτικής στράτευσης και στις παραδοσιακές μορφές οργάνωσης και συλλογικής έκφρασης του εργατικού κινήματος. Η συμβολή του στο διάλογο είναι ακόμα πιο σημαντική τη στιγμή που μιλάμε, όπου το Εργατικό Κόμμα διέγραψε τον Λόουτς εν μέσω ενός κυνηγιού μαγισσών που στη πραγματικότητα επισφραγίζει την περαιτέρω συντηρητικοποίηση του στη μετά-Κόρμπυν εποχή.
Απέναντι στον πασίγνωστο σκηνοθέτη βρίσκεται ο Εντουάρ Λουί, ένα γκέι αγόρι γεννημένο στη γαλλική επαρχία το 1992, το οποίο μέσα από τα βιώματα του έδωσε νέα πνοή στη «στρατευμένη» -με την ευρύτερη δυνατή έννοια- λογοτεχνία. Γεννημένος μετά το «τέλος της ιστορίας», οι αναζητήσεις του τον έφεραν κοντά στα κοινωνικά κινήματα και μια εκδοχή αριστερής σκέψης πολύ διαφορετική από τον συνομιλητή του: ο Λουί είναι κοινωνικός επιστήμονας που δουλεύει με τα τρομερά εργαλεία της θεωρητικής κληρονομιάς του Πιερ Μπουρντιέ - η διάκριση, η ανδρική κυριαρχία, η συμβολική βία, η έξη είναι μερικές από τις έννοιες που δομούν τη προβληματική εντός της οποίας φιλτράρει τις καταστάσεις. Τα θεωρητικά εργαλεία και τα βιώματα του τον καθιστούν επιφυλακτικό ως προς τη πραγματικότητα της σημερινής εργατικής τάξης, οι ταυτότητες έχουν μεγάλο ρόλο στη σκέψη του και η δημιουργία χώρων πραγματικά συμπεριληπτικών αποτελεί μόνιμο ερώτημα.
Κι όμως, αυτοί οι δύο τόσο διαφορετικοί larger than life χαρακτήρες καταφέρνουν να συνομιλήσουν με ουσιαστικό τρόπο. Πως το κάνουν αυτό; Με τρία βασικά στοιχεία. Πρώτον, με σεβασμό στα επιμέρους βιώματα και σκέψεις. Δεύτερον, επιλέγοντας το δύσβατο μονοπάτι του να διατυπώνουν δύσκολα ερωτήματα που παραμένουν ανοιχτά, χωρίς διάθεση να τα κλείσουν βίαια με τις αλήθειες του καθενός. Τρίτον, με τη συνειδητοποίηση πως βρίσκονται στην ίδια πλευρά, αυτή των υποτελών: φωτίζουν με το έργο τους τη βίαιη πραγματικότητα της ζωής των «από κάτω», με όλες τις πιθανές ταυτότητες που μπορεί να χωράει αυτή η έννοια. Χωρίς λοιπόν να αλλάξει ζωές ως προς το περιεχόμενο του, ο διάλογος μεταξύ Κεν Λόουτς και Εντουάρ Λουί μας αφήσει μάλλον στο μεθοδολογικό σκέλος τη μεγαλύτερη παρακαταθήκη: μας θυμίζει τι πραγματικά σημαίνει ηθική του διαλόγου. 3,5/5 -
Een roman is er bij mijn weten al een tijd niet van Éduoard Louis verschenen, zijn pamfletten, essays of manifesten sinds 'Geschiedenis van geweld' vind ik zonder uitzondering bijzonder en belangrijk. Kleine uitgaven, grote woorden. Persoonlijk en universeel, pijnlijk en teder tegelijk. Sombere, bijna uitzichtloze beschrijvingen van een ellendige jeugd en een karige toekomst die toch - of juist daarom - een vuur weten aan te wakkeren.
Ken Loach is natuulijk (ook) iemand met hart voor de zaak - en het hart op de goede plek - maar soms in zijn films en interviews wat... eendimensioneel. In dit interessante gesprek met Louis vind ik de Engelse filmmaker beslist geen simplistische, activistische drammer. Eerder een doener, met pijnlijke constateringen over het verval van linkse politieke partijen en de dominatie van rechts. Over creëren in plaats van verdedigen, over de straat op gaan voor en door kunst, over de geweldspiraal van zij die zich onveilig en niet gezien voelen. En waarom domineert elke rechtse kots het nieuws? Dat de links zich afverwijderd heeft van de 'overheerste klasse' is een gegeven, maar waarom lukt het radicalere linkse partijen dan niet die klasse 'terug' te winnen? Door de hartstocht van beiden en door de intellectuele diepgang van vooral Louis is dit boekje van maar 68 bladzijden er in deze onbestemde tijd eentje om over te filosferen, een om te herlezen - om in actie te (blijven) komen. 'De verandering zal evenzeer voortkomen uit sociale bewegingen als uit kunst en de stembus.'
-
OK Millennial
Ο διάλογος μεταξύ δύο καλλιτεχνών διαφορετικού ύφους και βεληνεκούς μόνο ενδιαφέρον θα μπορούσε να έχει. Ανταλλαγή εμπειριών και αναμνήσεων απο δύο διαφορετικές χώρες και δύο διαφορετικές εποχές. Ο Κεν Λόουτς είναι γεννημένος το 1936, ενώ ο Εντουαρ Λουί το 1992. Ο πρώτος θυμάται τον 2ο ΠΠ, ο δεύτερος δεν θυμάται κάν την ΕΣΣΔ. Μπορούν να μιλήσουν για την αριστερά σήμερα;
Απ’ότι φαίνεται, ναι. Όπως επισημαίνει και ο Καμπαγιάννης στο πολύ ενδιαφέρον επίμετρο του δεν χρειάζεται η αριστερά να συμφωνεί σε όλα, αρκεί να συζητάει ανοιχτά, να διαφωνεί και να συμφωνεί και να αντιπαρατίθεται με επιχειρήματα.
Προσωπικά, δεν με εντυπωσίασε αυτή η συζήτηση πέρα απο το γεγονός ότι κατάφερε και συνέβη. Το χάσμα μεταξύ των δύο είναι τεράστιο (δεν θα μπορούσε να μην είναι άλλωστε), αλλά καταφέρνουν κάπως να το γεφυρώσουν. Ο Λόουτς προσπαθεί να παραθέσει μια αγιοποιημένη εικόνα της εργατικής τάξης και ο Λουί να του πει πως έπεφτε ξύλο στην οικογένεια της εργατικής τάξης. Διαφορετικές γενιές, διαφορετικές αντιλήψεις και ίσως να βρίσκεται ένας κάποιος κοινός παρανομαστής, κάπου εκεί.
Είναι μια ενδιαφέρουσα συνδιαλλαγή που αξίζει να την διαβάσει κάποιος. -
Μπορεί η απλή καταγραφή μιας τηλεοπτικής συνέντευξης να αποτελέσει ένα δυνατό βιβλίο; Μπορεί ο διάλογος ενός συγγραφέα και ενός σκηνοθέτη να μεταδώσει σημαντικά πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα στον αναγνώστη; Η απάντηση είναι ναι. Όλη η παθογένεια του σύγχρονου δυτικού κόσμου παρουσιάζεται μέσα σε εβδομήντα σελίδες, όπως και οι λύσεις που μπορεί να δώσει η -μη στρατευμένη- τέχνη.
ΥΓ. Ο τηλεοπτικός διάλογος Λουί και Λόουτς υπάρχει ελεύθερος σε πρόσβαση στο YouTube, στο επίσημο κανάλι του Al Jazeera. -
Je zou willen dat meer mensen dit lezen. Ideeën om bij stil te staan, stil staan bij dat waaraan wij zo veel belang hechten en de impact hiervan op zij die die mogelijkheden niet hebben.
-
το βιβλίο είναι ένα μικρό διαμαντάκι. Μου αρεσε πολύ το γεγονος ότι οι συνομιλητές απέχουν τόσο ηλικιακά και κανουν έναν τόσο ωραίο διάλογο. Γενικά παρόλο που ο ένας είναι από Αγγλία και ο άλλος από Γαλλία σε παρα πολλά σημεία ήταν λες και μιλήσαν και για την ελληνική πραγματικότητα.
" Η τέχνη πρέπει να καθιστά τον κόσμο αφόρητο , δείχνοντας πόσο αφόρητος είναι στην πραγματικότητα , και με τον τ��όπο αυτό μπορεί να δώσει την ενέργεια και την έμπνευση στους ανθρώπους να τον κάνουν πιο υποφερτό , πιο όμορφο.Πάντοτε πίστευα ότι τα πιο δύσκολα και τα πιο βίαια βιβλία, οι πιο βίαιες ταινίες , ήταν κατά κάποιο τρόπο και οι πιο όμορφες." -
Piccolo dialogo/pamphlet, suddiviso in due sezioni, che personalmente ho trovato abbastanza superfluo.
Il mezzo, di per sé, non permette davvero un reale approfondimento e di certo non aiuta il fatto che sia una conversazione molto breve.
Per mio modo di vedere, gli spunti più interessanti vengono da Louis, ma credo sia una questione di prospettiva generazionale e di "vicinanza" d'identità.
Tra le cose che mancano, per me, c'è il riconoscimento del loro stesso privilegio. Criticano entrambi un sistema di cui in realtà fanno parte - e hanno iniziato a farlo nell'esatto istante in cui hanno cominciato ad essere ricompensati in denaro per la loro arte.
Questo è il problema di fondo che è impossibile risolvere: non c'è modo di prendere parola fuori da queste soffocanti dinamiche di potere e farlo è sempre un uso, più o meno impositivo, di questa leva.
Un po' come dire "questo microfono riduce tutte le voci di chi non lo impugna in brusio", parlandoci dentro.
Non mi sento in grado, in tutta onestà, di valutare questo testo. -
Mooi gesprek. Wil er meer van Édouard Louis door lezen.
"soms is het geweld van cultureel kapitaal zelfs heviger dan dat van economisch kapitaal, omdat de culturele bourgeoisie het idee heeft aan de goede kant van de wereld te staan, juist vanwege haar relatie met cultuur" -
Natuurlijk heel kort en nogal “jij bent geweldig - nee jij bent geweldig!” maar wel interessant.
-
Φως στο σκοταδισμό της σημερινής πολιτικής και της εποχής που ζούμε
-
Η πολιτική ως η δυνατότητα της αγάπης.
Κρατώ αυτήν την φρασούλα (του Louis, που άλλωστε μιλά και περισσότερο) για εναρκτήριο λάκτισμα του 2022, αναγνωστικά αλλά και πολιτικά.
Υπάρχουν δεκάδες πράγματα προς σκέψης σε αυτόν τον μικρό σε όγκο αλλά μεγάλο σε βάρος διάλογο. Δυστυχώς κρατάει λίγο και δεν μπορεί να αποφύγει αποσπασματικότητα σε σημεία. Είναι όμως στην καρδιά των πραγμάτων και χτίζει, ακούσια, μια σπουδαία γέφυρα ανάμεσα σε γενιές της αριστερής σκέψης. -
Ainda que caia por vezes em lugares comuns, é exactamente aquilo a que se pretende.
-
Ενδιαφέρουσα συζήτηση μεταξύ των δύο δημιουργών που καλύπτει θέματα όπως τη σύγχρονες συνθήκες εργασίας, την άνοδο της ακροδεξιάς, τον ρόλο της αριστεράς κ.α. Από ότι καταλαβαίνω η έκδοση αποτελεί μεταφορά στο χαρτί της συζήτησης που έκανα στα πλαίσια τηλεοπτικής εκπομπή του Al Jazeera English, η οποία μπορεί να βρεθεί στο youtube.
-
Τροφή για σκέψη με θέμα τους κυρίαρχους και τους κυριαρχούμενους. (και διαφήμιση για το έργο αμφότερων)
-
Korte maar meer dan waardevolle dialoog, volg ook Al Jazeera op de sociale media.
-
Un dialogue qui percute.
-
Je ne sais pas s'il était nécessaire d'éditer ce court échange (une vidéo Youtube n'aurait-elle pas autant fait l'affaire ?) mais je l'ai quand même trouvé intéressant - notamment lorsque Ken Loach et Edouard Louis expriment leurs divergences d'approche et/ou de génération sur certaines questions.
-
Διαβάζοντας τα βιβλία του και παρακολουθώντας ορισμένες τοποθετήσεις του στο youtube, ομολογώ πως ο Louis μου γίνεται ολοένα και πιο συμπαθής. Στο 'Αγώνες και Μεταμορφώσεις Μιας Γυναίκας' ο συγγραφέας χαρακτήρισε τον πατέρα του, έναν καταπιεσμένο εργάτη, ως 'κυρίαρχο,' λόγω της - γεμάτης ομοφοβίας και μισογυνισμού - σωματικής και ψυχολογικής βίας που ασκούσε μέσα στο σπίτι. Η ενέργειά του αυτή όχι μόνο με έκανε να βγάλω αφρούς απ' το στόμα αλλά με οδήγησε - ίσως βιαστικά - στο συμπέρασμα πως ο Louis είναι άλλος ένας εκπρόσωπος της identitarian ψευτοδιανοουμενίστικης αριστεράς που εργαλειοποιεί την πολιτική ταυτοτήτων υποσκελίζοντας τα λαϊκά κινήματα, αγνοώντας την ταξική διάσταση και τον αέναο κύκλο βίας που δημιουργεί η εργασιακή καταπίεση (το γεγονός ότι ο Louis προερχόταν από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα είχε κάνει τον εκνευρισμό μου ακόμα εντονότερο). Η απόλυτη επικέντρωση στη μητέρα του και το δικό της Γολγοθά, παρότι συνταρακτική, δεν αρκούσε για να καλύψει το τεράστιο κενό που μου είχε αφήσει εκείνο το βιβλίο, όλες τις χαμένες ευκαιρίες του συγγραφέα να αναλύσει το ζήτημα σφαιρικά και να παρουσιάσει ένα πληρέστερο ψηφιδωτό για τις σχέσεις μεταξύ κυρίαρχων και κυριαρχουμένων.
Ευτυχώς, στο 'Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου,' που ανέδειξε όλα όσα ήθελα να δω στους 'Αγώνες,' καθώς και σε αυτόν εδώ τον διάλογο, οι θέσεις του καθίστανται πιο σαφείς και σε μεγάλο βαθμό εξουδετερώνουν αυτή την αρχική μου κρυάδα. Συνομιλητής του ο βετεράνος σκηνοθέτης Ken Loach, με πλούσιο έργο αφιερωμένο στα βάσανα των λαϊκών στρωμάτων. Ο διάλογος, παρότι σύντομος, πραγματεύεται ορισμένα κεντρικά θέματα που τριβελίζουν τη σύγχρονη αριστερά: τη σχέση του παραδοσιακού εργατισμού με την πολιτική ταυτοτήτων, την ταξική διάσταση της τέχνης και της κουλτούρας, την αποσύνδεση των προοδευτικών κινημάτων από τα λαϊκά στρώματα και την άνοδο της ακροδεξιάς.
Το σημείο στο οποίο θέλω να σταθώ, και το οποίο μου φάνηκε ιδιαίτερα ενδιαφέρον, είναι το θέμα του αποκλεισμού, το πώς δηλαδή τα προβλήματα των λαϊκών στρωμάτων χάνονται στην μετάφραση του πολιτικού λόγου. Πάντα με απασχολούσε το ζήτημα της εκπροσώπησης - και, κατά συνέπεια, του οντολογικού εκμηδενισμού - των κατώτερων τάξεων από τις ανώτερες. Έχω ειλικρινά κουραστεί να ακούω τους μεν νεοφιλελεύθερους να μπουρδολογούν για την οκνηρία και την ανωριμότητα των εργατών, τους δε αστούς πολιτικοκορεκτάκηδεs να πασχίζουν να ταυτιστούν με τους προλετάριους, βλέποντας τους όχι ως αυτοτελείς υπάρξεις αλλά ως προέκταση της πολιτικής ματαιοδοξίας τους. Ακόμα χειρότερα, οι φιλοσοφικοκοινωνικές και πολιτικές μεθοδεύσεις των τελευταίων, κρατώντας από τις μαρξιστικές θέσεις μόνο το άδειο κέλυφος και ύστερα αλλοιώνοντας το με νεοεγελιανές ουσιολογίες και ψευδοεπιστημονικά discourse theories, όχι μόνο συσκότισαν τα θεμελιώδη αιτήματα των κυριαρχουμένων (που εκ των πραγμάτων δίνουν προτεραιότητα στις υλικές συνθήκες διαβίωσης) αλλά, όπως ορθά έχουν παρατηρήσει οι Sokal/Bricmont, και πιο πρόσφατα οι Pluckrose/Lindsay, έδωσαν πάτημα στη λαϊκιστική ακροδεξιά να ενισχύσει τα απλοϊκά συνθήματά της και να καρπωθεί ένα μεγάλο μέρος της εργατικής εκλογικής βάσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι φωνές συγγραφέων με εργατικές ρίζες μπορούν να συμβάλουν τα μέγιστα στην ανανέωση του αριστερού πολιτικού λόγου και την απεμπλοκή του από την ατζέντα των αριστερομπουρζουάδων. Ως προς αυτό, οι προοδευτικές θέσεις του Louis, εμποτισμένες από το παλαιοεργατικό πνεύμα των ιδεών του Loach, μπορούν να αποδειχθούν καταλυτικές, συνενώνοντας την παραδοσιακή διάκριση των τάξεων με τις τριτοκυματικές κοινωνιολογικές θεωρίες, πάντα όμως με έμφαση στα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων. Πε��αιτέρω, οι απόψεις τους για τον ρόλο της τέχνης ως καθρέφτη ενός ωμού ρεαλισμού, απογυμνωμένου από τα φωτεινά, εμπορευματοποιημένα φίλτρα των mainstream δημιουργιών, μπορούν πράγματι να λειτουργήσουν ως καμπανάκι αφύνπισης για πολλούς ευαισθητοποιημένους (ωστόσο ανενεργούς) πολίτες. Τέλος, στα θετικά συμπεριλαμβάνω και την απόρριψη από μέρους τους της ταξικής 'αγιοποίησης,' μία απόρριψη που απελευθερώνει τον αριστερό λόγο από τις ιδεολογικές του εμμονές και τον καθιστά ικανότερο για την ανάλυση και επίλυση πολύπλοκων κοινωνικών προβλημάτων.
Ωστόσο, ο ��ιάλογος με άφησε να θέλω περισσότερα. Όντας κυρίως περιγραφικός, δεν μου προσέφερε κάποιο περαιτέρω insight πέραν της διαβεβαίωσης ότι, ναι, η σύγχρονη αριστερά τελικά έχει ανάγκη ανθρώπους σαν τον Louis, ανεξάρτητα από το αν συμφωνέις ή όχι μαζί του (οι ιδέες του Loach, από την άλλη, περισσότερο έχουν την ανάγκη να επανεπιβεβαιωθούν παρά να ανακαλυφθούν). Ο κύριος λόγος, όμως, που άνοιξα το βιβλίο ήταν να βρω ορισμένες απαντήσεις σχετικά με τη γεφύρωση του χάσματος ανάμεσα στην παλιά και την νέα αριστερά (αυτό, εν τέλει, δεν ήταν το conept του διαλόγου?). Πολύ φοβάμαι πως δεν τις βρήκα. Η 'συμπερίληψη,' ναι, σίγουρα είναι ένα αίτημα ουσιώδους σημασίας, ωστόσο δίνεται ως απάντηση περισσότερο σχηματική και πρόχειρη, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της την καπήλευση των εργατικών κινημάτων από non-white males που τα συμφέροντά τους ταυτίζονται πλήρως με αυτά της κοινωνικοπολιτικής ηγεσίας, καθώς και το αλληλοφάγωμα ανάμεσα σε κοινωνικές ομάδες με όμοια ταξικά συμφέροντα (μία κραυγαλέα αδυναμία του intersectional theory που ελάχιστα τονίζεται). Κλείνοντας το βιβλίο, μου δόθηκε η εντύπωση πως οι δημιουργοί έμειναν πιο πολύ στα ρηχά και άνετα νερά της πολιτικής γενικολογίας, και, μολονότι ασπάζομαι πλήρως τους προβληματισμούς τους, νιώθω ότι θα μπορούσαν να είχαν τραβήξει το κεφάλι του αναγνώστη πολύ μακρύτερα από το μαξιλαράκι ασφαλείας των πολιτικών του πεποιθήσεων. -
Als großer Édouard Louis-Fan habe ich mich natürlich nicht lumpen lassen und auch hier direkt am Erscheinungstag zugeschlagen, während ich noch gerne an die kürzlich in Deutschland erschiene
Anleitung ein anderer zu werden zurückdenke.
Dieses Büchlein scheint aber eher die Geschäftsidee des Verlages zu sein, denn es basiert auf einem bereits 2019 geführten Gespräch der beiden auf Al Jazeera (falls mich jemand darüber aufklären kann, welches Interesse Al Jazeera als von Katar finanzierter Sender an einem solchen Gespräch hat, würde ich mich sehr freuen), das seither bei YouTube frei zugänglich ist. Gedruckt wurden nun knapp 60 Seiten in großer Schrift und kleinem Format, für die ein Preis von 17€ - Inflation hin, Inflation her - ganz schön happig ist. Es ist ein nettes Gespräch, in dem verschiedene politische Themen angerissen werden, das Rad aber auch nicht neu erfunden wird. Zumindest ist es kein „Manifest für eine radikale Veränderung der Kunst", wie uns der Klappentext das ganze verkaufen will.
Meine Empfehlung ist daher, das Gespräch bei YouTube zu gucken und sich die Taler für das Buch sparen:
https://www.youtube.com/watch?v=J89RT... -
Uma conversa entre duas figuras bem interessantes a cultura europeia. Dois olhares críticos sobre o mundo em que vivemos.
Uma conversa interessante mas que me deixou algo desiludido.
Edouard Louis com boas ideias, mas coisa já muito vistas e lidas em outros espaços. Ken Loach a fazer a sua reconhecida crítica anticapitalista mas a precisar um olhar mais intenso sobre as suas formas contemporâneas.